παραθαρρύνω

παραθαρρύνω
παραθάρρυνα μτβ., δίνω θάρρος υπερβολικό, δίνω κουράγιο, εγκαρδιώνω, εμψυχώνω: Τα λόγια του αρχηγού τους τους παραθάρρυναν.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • παραθαρσύνω — και παραθαρρύνω Α ενθαρρύνω, εγκαρδιώνω, εμψυχώνω («ἤν... τοὺς ἄλλους στρατιώτας συλλέγητε καὶ παραθαρρύνητε», Ξεν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + θαρσύνω «ενθαρρύνω» (< θάρσος)] …   Dictionary of Greek

  • ՔԱՋԱԼԵՐԵՄ — (եցի.) NBH 2 0983 Chronological Sequence: Unknown date ն. θαρσύνω, παραθαρρύνω conforto ἱσχυρόω corroboro παρακαλέω consolor, hortor. Քաջալերս տալ. քա՛ջ լեր եւ զօրացի՛ր ասել. զօրացուցանել. խրախուսել. սրտապնդել. մխիթարել. սիրտ տալ, յորդորել. *Բայց …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”